μηνιγγοκήλη
From LSJ
νοεῖν γάρ ἐστι κρεῖττον καὶ σιγὴν ἔχειν → it's better, you see, to understand and yet say nothing (Menander)
νοεῖν γάρ ἐστι κρεῖττον καὶ σιγὴν ἔχειν → it's better, you see, to understand and yet say nothing (Menander)
η
ιατρ. κήλη τών μηνίγγων με περιεχόμενο εγκεφαλονωτιαίο υγρό, η οποία προβάλλει υπό μορφή όγκου μέσα από ένα έλλειμμα του οστικού τοιχώματος του κρανίου ή της σπονδυλικής στήλης.