νοητής

From LSJ

Ζῆθι προσεχόντως ὡς μακρὰν ἐγγὺς βλέπων → Ne temere vivas: specta longa et proxima → Pass auf im Leben: blick auf das, was fern und nah

Menander, Monostichoi, 191

Greek Monolingual

νοητής, ὁ (Μ) νοώ
αυτός που σκέπτεται, που συλλαμβάνει τα πάντα με τον νου, δηλ. ο Θεός.