νυμφοτομώ

From LSJ

φύσις ἁπάντων τῶν διδαγμάτων κρατεῖ → Natura superat omne doctrinae genusNatur ist überlegen jedem Unterricht

Menander, Monostichoi, 213

Greek Monolingual

νυμφοτομῶ, -έω (Α)
τέμνω την κλειτορίδα για να τή μετατοπίσω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νύμφη + -τομῶ (< -τόμος < τέμνω), πρβλ. λιθο-τομώ].