περσερόν
From LSJ
τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds
τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds
το, Ν
φυλή αλόγων βαριάς έλξης που αναπτύχθηκε στην περιοχή Περς της Γαλλίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. percheron < Perche, περιοχή της Βόρειας Γαλλίας].