ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
προασκῶ, -έω, ΝΑασκώ κάποιον προκαταρκτικά, προγυμνάζω.