τί ἥδιστον, τὸ ἐπιτυγχάνειν → what's pleasant, to get the goal
ἡ, Μη χρησιμοποίηση της λέξης πρόσωπον.[ΕΤΥΜΟΛ. < πρόσωπον + -λεξία (< -λεκτος < λέγω), πρβλ. νεολεξία].