Ὄττω τις ἔραται → Whatever one loves best | Whom you desire most
-ον, Μαυτός που έχει πολλά κεντήματα, ποικίλματα, πυκνοκεντημένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < πυκνά + κεντητός (< κεντῶ)].