πυρπολῶ

From LSJ

Θυμῷ χαρίζου μηδέν, ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Si mens est tibi, ne cedas iracundiae → Dem Zorn sei nicht zu Willen, bist du bei Verstand

Menander, Monostichoi, 245

Mantoulidis Etymological

Ἀπό τό πυρπόλοςπῦρ + πολέω -ῶ (=περιφέρομαι), ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα, καθώς καί στή λέξη πῦρ.