ρελέβο
From LSJ
Ἓν οἶδα, ὅτι οὐδὲν οἶδα → I know only one thing, that I know nothing | all I know is that I know nothing.
Greek Monolingual
το, Ν
ναυτ. η αντιστοιχία που παίρνεται με τη διοπτήρια πυξίδα.
Ἓν οἶδα, ὅτι οὐδὲν οἶδα → I know only one thing, that I know nothing | all I know is that I know nothing.
το, Ν
ναυτ. η αντιστοιχία που παίρνεται με τη διοπτήρια πυξίδα.