ρελέβο

From LSJ

μέγα πνεῦμα καὶ πολλὴν θάλασσαν → strong wind and high waves

Source

Greek Monolingual

το, Ν
ναυτ. η αντιστοιχία που παίρνεται με τη διοπτήρια πυξίδα.