ριζογένεση
From LSJ
Λίαν φιλῶν σεαυτὸν οὐχ ἕξεις φίλον → Amans sui ipse nimis amicu'st nemini → Wer allzu sehr sich selbst liebt, findet keinen Freund
Greek Monolingual
η, Ν
βοτ. ο σχηματισμός και η εμφάνιση νέων, πλευρικών, ριζών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. rhizogenesis (< ρίζα + γένεση)].