τὸ ἀγαθὸν αἱρετόν· τὸ δ' αἱρετὸν ἀρεστόν· τὸ δ' ἀρεστὸν ἐπαινετόν· τὸ δ' ἐπαινετὸν καλόν → what is good is chosen, what is chosen is approved, what is approved is admired, what is admired is beautiful
3ᵉ pl. impf. Pass. de σκιάω.
σκιόωντο: Επικ. γʹ πληθ. παρατ. του σκιάω.
σκιόωντο: эп. 3 л. pl. impf. к σκιάω.
σκιόωντο ep. ind. imperf. med. 3 pl. van σκιάω.