σκορδινησμός
From LSJ
Ἡ δ' ἁρπαγὴ μέγιστον ἀνθρώποις κακόν → Vitiorum hominibus pessimum est rapacitas → Der Menschen schlimmstes Laster ist die Gier nach Raub
English (LSJ)
v. σκορδίνημα.
Greek Monolingual
και σκορδινισμός, ὁ, Α
το σκορδίνημα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκορδινῶμαι, κατά τα αρσ. σε -σμός].