σπαργάνωση

From LSJ

Εὑρεῖν τὸ δίκαιον πανταχῶς οὐ ῥᾴδιον → Difficile inventu est iustum, ubi ubi quaesiveris → Zu finden, was gerecht ist, ist durchaus nicht leicht

Menander, Monostichoi, 178

Greek Monolingual

η / σπαργάνωσις, -ώσεως, ΝΑ [[σπαργανῶ, -ώνω]]
σπαργάνωμα
νεοελλ.
(παρασιτ.) προνυμφική παρασιτική διαταραχή που οφείλεται στην προνύμφη του δεύτερου σταδίου, ή πληροκερκοειδές ή σπάργανο, ορισμένων κεστωδών σκωλήκων, όπως λ.χ. τών ψευδοφυλλιδίων και τών βοθριοκεφάλων.