στητώδης

From LSJ

φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στητώδης Medium diacritics: στητώδης Low diacritics: στητώδης Capitals: ΣΤΗΤΩΔΗΣ
Transliteration A: stētṓdēs Transliteration B: stētōdēs Transliteration C: stitodis Beta Code: sthtw/dhs

English (LSJ)

ες, contr. for στεατώδης, Hp. ap. Gal.19.140.

German (Pape)

[Seite 942] ες, zsgzgn statt στεατώδης, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

στητώδης: -ες, συνηρ. ἀντὶ στεατώδης, Ἱππ. παρὰ Γαλην.

Greek Monolingual

-ῶδες, Α
βλ. στεατώδης.