συμμειγνύω

From LSJ

Νόμιζε γήμας δοῦλος εἶναι διὰ βίου → Uxore ducta vivere ut servus para → Nimm eine Frau und sei ihr Knecht ein Leben lang

Menander, Monostichoi, 382
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμμειγνύω Medium diacritics: συμμειγνύω Low diacritics: συμμειγνύω Capitals: ΣΥΜΜΕΙΓΝΥΩ
Transliteration A: symmeignýō Transliteration B: symmeignyō Transliteration C: symmeignyo Beta Code: summeignu/w

English (LSJ)

v. συμμείγνυμι.

Greek Monolingual

ΝΜΑ, και συμμείγνυμι και επικ. και ιων. και αττ. τ. συμμίσγω Α
βλ. συμμιγνύω.