σφακτικός

From LSJ

ὁδὸς ἄνω κάτω μία καὶ ὡυτή → the road up and the road down is one and the same, the upward path and the downward path are the same

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σφακτικός Medium diacritics: σφακτικός Low diacritics: σφακτικός Capitals: ΣΦΑΚΤΙΚΟΣ
Transliteration A: sphaktikós Transliteration B: sphaktikos Transliteration C: sfaktikos Beta Code: sfaktiko/s

English (LSJ)

σφακτική, σφακτικόν, of or for slaughtering, μάχαιρα Zonar. s.v. πανδούριον.

Greek (Liddell-Scott)

σφακτικός: -ή, -όν, ὁ χρησιμεύων πρὸς σφαγήν, «πανδούριον· μάχαιρα σφακτικὴ» Ζωναρ. Λεξ. σ. 1512.

Greek Monolingual

-ή, -όν, ΜΑ σφάκτης
αυτός που αναφέρεται ή χρησιμεύει στη σφαγή.