τεμαχισμός

From LSJ

ὁ δὲ πείσεται εἰς ἀγαθόν περ → he will obey you to his profit, he will obey you for his own good end

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεμᾰχισμός Medium diacritics: τεμαχισμός Low diacritics: τεμαχισμός Capitals: ΤΕΜΑΧΙΣΜΟΣ
Transliteration A: temachismós Transliteration B: temachismos Transliteration C: temachismos Beta Code: temaxismo/s

English (LSJ)

ὁ, cutting up, slicing, Hdn.Epim. 264.

German (Pape)

[Seite 1089] ὁ, das Zerschneiden, Zerstückeln, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

τεμᾰχισμός: -οῦ, ὁ, τὸ τεμαχίζειν, τέμνειν εἰς τεμάχια, Ἡρῳδιαν. Ἐπιμ. 264, Κ. Μανασσ. Χρον. σ. 180.

Greek Monolingual

ο, ΝΜΑ τεμαχίζω
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του τεμαχίζω.