ἅλμην πιόντες ἐξαπῆλθον τοῦ βίου → they drank seawater and departed from life
η / τριβάς, -άδος, ΝΜΑγυναίκα ομοφυλόφιλη, λεσβία.[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. τριβ- του τρίβω + επίθημα -άς, -άδος (πρβλ. στιβάδα)].