φωταέριο
From LSJ
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
Greek Monolingual
το, Ν
(χημ.-τεχνολ.) αέριο, προϊόν ξηράς απόσταξης τών λιθανθράκων, που χρησιμοποιούσαν παλαιότερα για τις ανάγκες φωτισμού τών πόλεων και αργότερα για θέρμανση και άλλες οικιακές και βιομηχανικές χρήσεις και το οποίο έχει υποκατασταθεί πλέον από το φυσικό αέριο, αλλ. αεριόφως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φωτ(ο)- + αέριο. Η λ. αποτελεί απόδοση του γαλλ. gaz de ville ή gaz d' eclairage ή gaz de houille και μαρτυρείται, στον λόγιο τ. φωταέριον, από το 1834 στον Φιλ. Ιωάννου].