φωτοκαίω

From LSJ

Καὶ ζῶνφαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft

Menander, Monostichoi, 294

Greek Monolingual

Ν
1. καίω κάτι εντελώς
2. μτφ. προκαλώ μεγάλη συμφορά σε κάποιον, τον καταστρέφω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φωτ(ο)- + καίω.