ἀγγούριον
From LSJ
Δύο γὰρ, ἐπιστήμη τε καὶ δόξα, ὧν τὸ μὲν ἐπίστασθαι ποιέει, τὸ δὲ ἀγνοεῖν → Two different things are science and belief: the one brings knowledge, the other ignorance
German (Pape)
[Seite 11] τό, Wassermelone, Sp. auch ἄγγουρον.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγγούριον: τό, τὸ κοινῶς ἀγγοῦρι, Βυζ. ἴδ. Δουκάγγιον ἐν τῇ λέξει.
Spanish (DGE)
-ου, τό
• Grafía: graf. ἀγκούριν Gloss.Bot.Gr.462.18
bot., una hortaliza del tipo del pepino o calabaza τοὺς πέπονας καὶ τὰ ἀ<γγούρια> τὰ τετράγγουρα καὶ τὰς κολόκυνθας Cat.Cod.Astr.8(1).181.10, An.Athen.1.598.19, Gloss.Bot.Gr.l.c., 491.19.