ἔστειλα

From LSJ

ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν ὑδρορρόαι δύο ῥέουσιν μέλανος → two streams of black run from the eyes

Source

French (Bailly abrégé)

v. στέλλω.

Greek Monotonic

ἔστειλα: αόρ. αʹ του στέλλω.

Russian (Dvoretsky)

ἔστειλα: aor. к στέλλω.