ὁρκικός

From LSJ

Ζήσεις βίον κράτιστον, ἢν θυμοῦ κρατῇς → Vives bene, si sis vacuus iracundia → Am besten lebst du, wenn du deinen Zorn beherrschst

Menander, Monostichoi, 186
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὁρκικός Medium diacritics: ὁρκικός Low diacritics: ορκικός Capitals: ΟΡΚΙΚΟΣ
Transliteration A: horkikós Transliteration B: horkikos Transliteration C: orkikos Beta Code: o(rkiko/s

English (LSJ)

ὁρκική, ὁρκικόν, belonging to, of the nature of, an oath, Stoic. 2.58,60, Sch.Il.1.77.

German (Pape)

[Seite 378] = ὅρκιος, VLL. Schol. Il. 1, 77 D. L. 7, 56.

Russian (Dvoretsky)

ὁρκικός: Diog. L. = ὅρκιος.

Greek (Liddell-Scott)

ὁρκικός: -ή, -όν, = ὅρκιος, Διογ. Λ. 7. 66, Σχόλ. Ἑνετ. εἰς Ἰλ. Α. 77.

Greek Monolingual

ὁρκικός, -ή, όν (Α) όρκος
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον όρκο.