μηδὲν κοτυλίζειν, ἀλλὰ καταπάττειν χύδην → not to sell by the cupful, but to dole out indiscriminately | not to sell by retail but wholesale
δαπανήματα, διαιτήματα, εἴδατα, ἀγορά, ἀλιμέντα, ἀποσκευή, ἁρμολία, ἁρμαλιά, ἁρμαλίη, ἄμιθα