διαύγασμα
English (LSJ)
ατος, τό, = sq., Aq.Hb.3.4.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
resplandor δ. φωτός Al.Hb.3.4, cf. Procl.in Ti.3.114.21, Gloss.2.49.
Greek Monolingual
το (ΑΝ)
1. αμυδρή λάμψη
2. χαραυγή, γλυκοχάραμα.
ατος, τό, = sq., Aq.Hb.3.4.
-ματος, τό
resplandor δ. φωτός Al.Hb.3.4, cf. Procl.in Ti.3.114.21, Gloss.2.49.
το (ΑΝ)
1. αμυδρή λάμψη
2. χαραυγή, γλυκοχάραμα.