resplandor
From LSJ
αὐγάζω, αὐγή, αὐγασμός, βολή, γάνος, διάλαμψις, διάφαυσις, διαυγασμός, διαύγασμα, εἴρ, ἀγλάϊσμα, ἀγλαΐα, ἀκτίς, ἀμάρυγμα, ἀνάλαμψις, ἀνθηρότης, ἀνταύγεια, ἀπαυγή, ἀπαυγασμός, ἀπαύγασμα, ἀπόστιλψις, ἀστεροπή, ἀτμίς, ἐναύγασμα, ἐξαυγεία, ἔκλαμψις, ἔλλαμψις