λιμνομετρία

Revision as of 07:33, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (23)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η
η μέτρηση τών περιοδικών μεταβολών της στάθμης του ύδατος τών λιμνών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λίμνη + -μετρία (< -μετρος < μέτρον), πρβλ. γεω-μετρία, τριγωνο-μετρία].