ηιατρ. αυξημένη παραγωγή και συχνή αποβολή ούρων κατά τη νύχτα, που αποτελεί σύμπτωμα ορισμένων ασθενειών.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. nycturia < νύξ, νυκτός + -ουρία (< ούρα)].