οναυτ. αλυσίδα ή χοντρό σχοινί που δένει και στερεώνει τα άρμενα, την άγκυρα και γενικά κάθε κινητό εξάρτημα του καταστρώματος του πλοίου, έχμα.[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. bozzo, bozza].