Πασικράτεια: ἡ, ἡ κυρία πάντων, ὄνομα τῆς Περσεφόνης ἐν Σελινοῦντι, Ἐπιγραφ. παρὰ Hicks 25, 5.
και Πασικράτη, η, δωρ. τ. Πασικράτα, Α(για την Περσεφόνη) η βασίλισσα του σύμπαντος.[ΕΤΥΜΟΛ. < δοτ. πληθ. πᾶσι του πᾶς + -κράτεια (< κρατής < κρατῶ)].