Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ἡ,
A = ψύλλα, Ael.NA6.26.
ης (ἡ) :puce, insecte.Étymologie: DELG -.
ἡ, Αείδος πιθήκου με λεπτά και μακριά πόδια εξαιτίας τών οποίων ονομαζόταν και ψύλλα, ορειβάτης, υλοδρόμος.[ΕΤΥΜΟΛ. < πίθηκος, με αλλαγή γένους].