τεϊόδενδρο

Revision as of 12:44, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (40)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

το, Ν
(βοτ.-γεωπ.) λόγια ονομασία του αειθαλούς φυτού Camellia [ή Thea] sinensis, που ανήκει στο γένος καμέλια της οικογένειας τεΐδες και καλλιεργείται για τα νεαρά φύλλα και τους φυλλοφόρους οφθαλμούς του, από τα οποία παρασκευάζεται το τονωτικό αφέψημα τσάι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τέιο(ν) + δένδρο. Η λ., στον λόγιο τ. τεϊόδενδρον, μαρτυρείται από το 1896 στην εφημερίδα Ακρόπολις].