τυραννοδιδάσκαλος
English (LSJ)
ὁ,
A teacher of tyrants, Pl.Thg.125a, D.C.59.24.
Greek (Liddell-Scott)
τῠραννοδῐδάσκᾰλος: ὁ, ὁ διδάσκων τοὺς τυράννους, Πλάτ. Θεάγ. 125Α, Δίων Κ.
Greek Monolingual
ὁ, Α
ο δάσκαλος τών τυράννων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τύραννος + διδάσκαλος.