ὑπεπίτριτος

Revision as of 12:58, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (43)

German (Pape)

[Seite 1188] ein Ganzes weniger ein Drittel enthaltend, z. B. 2 von 3, Nicom. arithm. 1, 19.

Greek Monolingual

-ίτη, -ον, Α
(για αριθμ. όρο) ο αντίστροφος του ἐπίτριτος, δηλαδή ο 3/4 ως αντίστροφος του 4/3.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + ἐπίτριτος «ο αριθμός που περιέχει έναν ακέραιο και επιπλέον το ένα τρίτο»].