τυραννοδιδάσκαλος

Revision as of 10:56, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (nl)

English (LSJ)

ὁ,

   A teacher of tyrants, Pl.Thg.125a, D.C.59.24.

Greek (Liddell-Scott)

τῠραννοδῐδάσκᾰλος: ὁ, ὁ διδάσκων τοὺς τυράννους, Πλάτ. Θεάγ. 125Α, Δίων Κ.

Greek Monolingual

ὁ, Α
ο δάσκαλος τών τυράννων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τύραννος + διδάσκαλος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

τυραννοδιδάσκαλος -ου, ὁ [τύραννος, διδάσκαλος] leermeester van een tyrannos.