ἅσσα

Revision as of 17:28, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (1b)

French (Bailly abrégé)

v. ἅττα.

English (Autenrieth)

ἅτινα.

Greek Monotonic

ἅσσα:I. Ιων. αντί ἅτινα, ουδ. πληθ. του ὅστις, τα οποία, εκείνα τα οποία, ό,τι, οτιδήποτε, σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ. II.ἄσσα, Ιων. αντί τινά, μερικά, ὁπποῖ' ἄσσα, τι λογής; σε Ομήρ. Οδ.· πόσ' ἄττα; σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

ἅσσα: ион. = ἅττα.