προγαστρίδιον: τό (γαστήρ), ψεύτικη κοιλιά που φορούσαν οι ηθοποιοί, σε Λουκ.
προγαστρίδιον: (ῐ) τό набрюшник Luc.
προγαστρίδιον -ου, τό [προγάστωρ] nepbuik (van toneelspelers).