φελόνης

Revision as of 14:40, 3 October 2019 by Spiros (talk | contribs) (cc2)

English (LSJ)

φελόνιον,

   A v. φαιλόνης, φαιλόνιον.

German (Pape)

[Seite 1260] ὁ, = φαινόλης, zw.

Greek (Liddell-Scott)

φελόνης: φελόνιον, πλημμελεῖς τύποι ἀντὶ φαινόλης, φαινόλιον.

English (Strong)

by transposition for a derivative probably of φαίνω (as showing outside the other garments); a mantle (surtout): cloke.

Greek Monolingual

ὁ, Α
βλ. φαιλόνης.

Russian (Dvoretsky)

φελόνης: ου ὁ NT v. l. = φαινόλης.

Chinese

原文音譯:felÒnhj 費羅尼士
詞類次數:名詞(1)
原文字根:樹皮
字義溯源:斗篷,外衣^;或出自(φαίνω)=發光),而 (φαίνω)出自(φῶς)=光), (φῶς)又出自(φαῦλος)X=照耀*)
出現次數:總共(1);提後(1)
譯字彙編
1) 外衣(1) 提後4:13