хитро
Russian > Greek
σοφῶς ;; ἐπιτηδές ;; ἐπίτηδες ;; ἐπίταδες ;; εἰρωνικῶς ;; νουβυστικῶς ;; δολίως ;; πανούργως ;; σεσοφισμένως ;; Αἰγυπτιστί
σοφῶς ;; ἐπιτηδές ;; ἐπίτηδες ;; ἐπίταδες ;; εἰρωνικῶς ;; νουβυστικῶς ;; δολίως ;; πανούργως ;; σεσοφισμένως ;; Αἰγυπτιστί