Σπάρτηθεν

Revision as of 21:55, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")

French (Bailly abrégé)

adv.
de Sparte.
Étymologie: Σπάρτη, -θεν.

Greek Monolingual

Α
επίρρ. από τη Σπάρτη.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Σπάρτη + επιρρμ. κατάλ. -θεν (πρβλ. Λιβύη-θεν)].

Russian (Dvoretsky)

Σπάρτηθεν: adv. из Спарты Hom.

Middle Liddell

from Sparta, Od.