α, ον,= A βούπρῳρος, δωδεκῄς Delph.3(2).63.
-ον, Α(κυρίως φρ.) «πρωτόβοιος δωδεκῄς» — θυσία 12 ζώων με πρώτο στη σειρά ένα βόδι.[ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτ(ο)- + -βοιος (< βοῦς, βοός), πρβλ. εκατόμ-βοιος, εννεά-βοιος].