πρωτόβοιος

From LSJ

εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → a way of life disposed to silence is contemptible (Menander)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρωτόβοιος Medium diacritics: πρωτόβοιος Low diacritics: πρωτόβοιος Capitals: ΠΡΩΤΟΒΟΙΟΣ
Transliteration A: prōtóboios Transliteration B: prōtoboios Transliteration C: protovoios Beta Code: prwto/boios

English (LSJ)

α, ον, = βούπρῳρος, δωδεκῄς Delph.3(2).63.

Greek Monolingual

-ον, Α
(κυρίως φρ.) «πρωτόβοιος δωδεκῄς» — θυσία 12 ζώων με πρώτο στη σειρά ένα βόδι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτ(ο)- + -βοιος (< βοῦς, βοός), πρβλ. εκατόμβοιος, εννεάβοιος].