ἀλιτόμηνος

Revision as of 17:15, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

English (LSJ)

[ᾱ], ον, A = ἠλιτόμηνος, Suid. etc.; Pythag., = ὀκτάς, Theol.Ar.55.

German (Pape)

[Seite 99] = ήλιτόμηνος, Theol. arithm.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλῐτόμηνος: -ον, = τῷ Ὁμηρικῷ ἠλιτόμηνος, Σουΐδ., κτλ.

Spanish (DGE)

v. ἠλιτόμηνος.

Greek Monolingual

ἀλιτόμηνος, -ον (Α)
1. ο ἠλιτόμηνος
2. (στους Πυθαγορείους) η οκτάδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλιτο- (< ἤλιτον, αόρ. β΄ του ρημ. ἀλιταίνω) + -μηνος < μήν].