ἔφεκτος

Revision as of 11:35, 1 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

English (LSJ)

ον, A containing 1 + 1/6, Vitr.3.1.6; τόκος ἔ. when 1/6 of the principal was paid as interest, = 16 2/3 %, D.34.23: ἔφεκτον, τό, charge of 1/6 on payments for grain-transport, PLond.ined.2093 (iii B.C.).

German (Pape)

[Seite 1114] ein Ganzes u. ein Sechstel enthaltend (7/6), τόκος ἔφεκτος, das Kapital u. der sechste Theil dazu, Dem. 34, 24; Harpocr. ὁ ἐπὶ τῷ ἕκτῳ τοῦ κεφαλαίου (162/3 Procent).

Greek (Liddell-Scott)

ἔφεκτος: -ον, περιέχων 1+1/6, Βιτρούβ. 3. 1, 12· τόκος ἔφ., ὅτε ἀπετίνετο ὡς τόκος τὸ ἕκτον τοῦ κεφαλαίου, = 162/3 ἐπὶ τοῖς ἑκατόν, (πρβλ. ἐπωβελία), Δημ. 944. 10: πρβλ. ἐπίτριτος.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui contient un entier et un sixième ; τόκος ἔφεκτος intérêts à un sixième du capital.
Étymologie: ἐπί, ἕκτος.

Greek Monotonic

ἔφεκτος: -ον, αυτός που περιέχει 1 + 1/6 του συνόλου· τόκος ἔφ., όταν το 1/6 του κεφαλαίου πληρώνεται ως τόκος, = 16 2/3 επί τοις εκατό, σε Δημ.

Russian (Dvoretsky)

ἔφεκτος: содержащий 1 + 1/6: τόκος ἔ. Dem. прирост в размере 1/6 капитала, т. е. 16 + 2/3%.

Middle Liddell

ἔφ-εκτος, ον
containing 1+1/6: τόκος ἔφ. when 1/6 of the principal was paid as interest, = 16 2/3 p. cent., Dem.