ἑνοείδεια
English (LSJ)
ἡ, singleness, Steph.in Rh.318.28.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
unidad, cohesión γέγονέ τε τῷ λόγῳ σύνδεσμος καὶ ἑ. Steph.in Rh.318.27.
Greek Monolingual
ἐνοείδεια, η (Μ) ενοειδής
απλότητα, ενότητα, μοναδικότητα.
ἡ, singleness, Steph.in Rh.318.28.
-ας, ἡ
unidad, cohesión γέγονέ τε τῷ λόγῳ σύνδεσμος καὶ ἑ. Steph.in Rh.318.27.
ἐνοείδεια, η (Μ) ενοειδής
απλότητα, ενότητα, μοναδικότητα.