ἀλφιταμοιβός

Revision as of 09:50, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

English (LSJ)

ὁ, dealer in ἄλφιτα, Ar.Av. 491, al.

German (Pape)

[Seite 112] ὁ, Mehlhändler, Ar. Nub. 630 Av. 491.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλφῐτᾰμοιβός: ὁ, πωλητὴς ἀλφίτων, Ἀριστοφ. Ὄρν. 491, κτλ.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
marchand de farine.
Étymologie: ἄλφιτον, ἀμείβω.

Spanish (DGE)

(ἀλφῐτᾰμοιβός) -οῦ, ὁ
cambista que ofrece harina o farro de cebada a cambio de otros efectos, usurero ἀλφιταμοιβοὺς τοῖς ἀπόροις τρεῖς χοίνικας δεῖπνον παρέχειν que los usureros procuren a los pobres tres quénices de harina de cebada para cenar Ar.Ec.424, cf. Nu.640, Au.491, Poll.7.19.

Greek Monolingual

ἀλφιταμοιβός, ο (Α)
αυτός που εμπορεύεται άλφιτα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄλφιτον (-α) + ἀμοιβὸς «αυτός που ανταλλάσσει»].

Greek Monotonic

ἀλφῐτᾰμοιβός: ὁ, έμπορος κριθάλευρων, σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

ἀλφῐτᾰμοιβός: ὁ торговец ячменной мукой, тж. хлеботорговец Arph.

Middle Liddell

a dealer in barley-meal, Ar.