θητεῖον

Revision as of 10:21, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "εῑον" to "εῖον")

English (LSJ)

τό,= μίσθωμα, Μυστάκου θ., title of play by Sopatros, Ath.4.175c, al. (θητίον codd.).

Greek Monolingual

θητεῖον, τὸ (Α) θητεύω
1. μίσθωμα, μισθός, αντιμισθία για περίοδο εργασίας
2. φρ. «Μυστάκου θητεῖον» — τίτλος έργου του κωμικού Σωπάτρου.