θητεῖον

From LSJ

ὀλίγοι τινὲς ὧν ἐντετύχηκα → a very few whom I've met

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θητεῖον Medium diacritics: θητεῖον Low diacritics: θητείον Capitals: ΘΗΤΕΙΟΝ
Transliteration A: thēteîon Transliteration B: thēteion Transliteration C: thiteion Beta Code: qhtei=on

English (LSJ)

τό, = μίσθωμα, Μυστάκου θ., title of play by Sopatros, Ath.4.175c, al. (θητίον codd.).

Greek Monolingual

θητεῖον, τὸ (Α) θητεύω
1. μίσθωμα, μισθός, αντιμισθία για περίοδο εργασίας
2. φρ. «Μυστάκου θητεῖον» — τίτλος έργου του κωμικού Σωπάτρου.