εἰσέλασις

Revision as of 10:35, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

English (LSJ)

εως, ἡ, charge, of scythe-chariots, Plu.Art.7.

German (Pape)

[Seite 742] ἡ, das Eindringen, Plut. Artax. 7.

Greek (Liddell-Scott)

εἰσέλᾰσις: -εως, ἡ, τὸ εἰσελαύνειν, εἰσβολή, Πλουτ. Ἀρτοξ. 7.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
carga, ataque de carros διακόψοντα τὰς τάξεις βίᾳ τῆς εἰσελάσεως Plu.Art.7, τῶν ἵππων Sch.Er.Il.15.258-259.

Greek Monolingual

εἰσέλασις, η (Α)
1. εισβολή
2. είσοδος στην πόλη με θριαμβευτική πομπή.

Russian (Dvoretsky)

εἰσέλᾰσις: εως ἡ стремительная атака, (тактический) удар (διακόψαι τὰς τάξεις βίᾳ τῆς εἰσελάσεως Plut.).