δελήτιον

Revision as of 10:40, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")

English (LSJ)

τό, Dim. of δέλεαρ, Sophr.118 ( = [S.]Fr.1124).

Spanish (DGE)

-ου, τό
pequeño cebo Sophr.125
seducción, engaño Hdn.Epim.18, Eust.1721.1.

German (Pape)

[Seite 544] τό, dim. zu δέλεαρ, Sophron bei E. M. 554, 58.

Greek (Liddell-Scott)

δελήτιον: τό, ὑποκορ. τοῦ δέλεαρ, Σοφ. ἐν τῷ Μ. Ε. 254. 53.

Greek Monolingual

δελήτιον, το (Α)
μικρό δόλωμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποκορ. του δέλεαρ με συναίρεση του -εα- σε -η].